ποιέει

ποιέει
ποιέω
make
pres ind mp 2nd sg (epic ionic)
ποιέω
make
pres ind act 3rd sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • επανάκληση — η (AM ἐπανάκλησις) [επανακαλώ] επαναφορά στην προηγούμενη θέση, αποκατάσταση μσν. επαναφορά στις αισθήσεις αρχ. 1. πρόκληση, αντίδραση («ποιῶ ἐπανάκλησιν» προκαλώ επαναφορά, αντίδραση «ψυχροῡ πολλοῡ κατάχυσις θέρμης ἐπανάκλησιν ποιέει», Ιπποκρ.)… …   Dictionary of Greek

  • κατακρατώ — (AM κατακρατῶ, έω) νεοελλ. κρατώ κάποιον δια τής βίας και παρά τον νόμο ή έχω κάτι υπό την κατοχή μου χωρίς να έχω το δικαίωμα μσν. 1. καταβάλλω, νικώ 2. κρατώ κάτι στα χέρια μου για πολλή ώρα 3. συγκρατώ, εμποδίζω 4. κρατώ κάτι στη μνήμη μου,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”